Σελίδα 2 από 3
Τροποποιήση Αναπτυξιακού Νόμου (3299/2004)1. α. Επενδυτικά σχέδια παραγωγής ηλεκτρισμού από ηλιακή ενέργεια που υποβλήθηκαν μέχρι και τις 29.1.2010 στο Υπουργείο Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, είτε μεμονωμένα είτε σωρευτικά με μία αίτηση και ολοκληρώθηκαν πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3299/2004, ανεξάρτητα αν εκκρεμεί, είναι σε διαδικασία εξέτασης ή έχουν εκδοθεί απορριπτικές αποφάσεις. Η ολοκλήρωση των επενδυτικών σχεδίων τεκμηριώνεται με την προσκόμιση του πρακτικού σύνδεσης με τη ΔΕΗ. β. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζεται ενιαίο ενισχυόμενο κόστος επενδυτικών σχεδίων παραγωγής ηλεκτρισμού από ηλιακή ενέργεια κατά την υπαγωγή και κατά την ολοκλήρωσή τους, με κριτήρια την περίοδο υλοποίησης, την ονομαστική ισχύ τους, το είδος του μηχανολογικού εξοπλισμού τους, καθώς και τα πρόσθετα χαρακτηριστικά τους. 2. Για επενδυτικά σχέδια παραγωγής ηλεκτρισμού από ηλιακή ενέργεια που έχουν ολοκληρωθεί πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου όπως τεκμηριώνεται με την προσκόμιση του πρακτικού σύνδεσης με τη ΔΕΗ και για λοιπά επενδυτικά σχέδια που υποβλήθηκαν για την υπαγωγή τους στο ν. 3299/2004, χωρίς την ταυτόχρονη υποβολή και των ειδικών δικαιολογητικών που προβλέπονται στις σχετικές κανονιστικές αποφάσεις, εάν τα εν λόγω δικαιολογητικά εκδόθηκαν μεταγενέστερα, αλλά η αίτηση για την έκδοσή τους είχε υποβληθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες πριν την υποβολή της αίτησης ένταξης, εξετάζονται ανεξάρτητα αν εκκρεμούν, είναι σε διαδικασία εξέτασης ή έχουν εκδοθεί απορριπτικές αποφάσεις, λόγω τη μη έγκαιρης υποβολής των δικαιολογητικών αυτών. Επιπλέον εξετάζονται τα επενδυτικά σχέδια για τα οποία η υποχρέωση προσκόμισης των εν λόγω δικαιολογητικών καταργήθηκε μεταγενέστερα με τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου. 3. Για την επανεξέταση των επενδυτικών σχεδίων των παραγράφων 1 και 2 απαιτείται η υποβολή σχετικής αίτησης των ενδιαφερομένων εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. 4. α. Οι αποφάσεις ανάκλησης και επιστροφής ενισχύσεων, καθώς και οι αποφάσεις συμμόρφωσης προς δικαστικές αποφάσεις, για επενδυτικά σχέδια που έχουν υπαχθεί ή θα υπαχθούν στις διατάξεις του ν. 3299/2004 και των νόμων 2601/1998 και 1892/1990, εκδίδονται κατόπιν γνωμοδότησης των Γνωμοδοτικών Επιτροπών της παραγράφου 15 του άρθρου 7 του ν. 3299/2004. Ο αρμόδιος Υπουργός, μπορεί να παραπέμπει στην Γνωμοδοτική Επιτροπή, αποφάσεις τροποποιήσεων, ολοκληρώσεων και έναρξης παραγωγικής λειτουργίας επενδύσεων όταν το κρίνει αναγκαίο. β. Για το σκοπό αυτόν παρατείνεται η λειτουργία των Γνωμοδοτικών Επιτροπών της παραγράφου 15 του άρθρου 7 του ν. 3299/2004. Οι εν λόγω Επιτροπές, τα μέλη των οποίων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τα έντεκα (11), ανασυγκροτούνται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. 5. Παρατείνεται κατά ένα (1) έτος η προθεσμία ολοκλήρωσης των επενδυτικών σχεδίων που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 2601/1998 (Α' 81) και 3299/2004, ανεξάρτητα αν έχει συμπληρωθεί η αρχική ή κατά παράταση προθεσμία ολοκλήρωσης. Η εν λόγω παράταση παρέχεται πέραν αυτής που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 18 του ν. 4013/2011, η οποία ισχύει και για τα επενδυτικά σχέδια του ν. 2601/1998. 6. Σε περίπτωση έλλειψης ταμειακής ρευστότητας του οφειλέτη, το Δημόσιο μπορεί να εξοφλείται για βεβαιωμένες οφειλές προς αυτό από επιστροφή επιχορήγησης των νόμων 1892/1990 (Α' 101), 2601/1998 (Α' 81), 3299/2004 (Α' 261) και 3908/2011 (Α' 8), με μεταβίβαση των επιχορηγηθέντων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, χωρίς αντάλλαγμα. Η αξία των μεταβιβαζόμενων περιουσιακών στοιχείων αποτιμάται, με δαπάνες του οφειλέτη, από δύο ορκωτούς ελεγκτές - λογιστές ή, κατά περίπτωση, από δύο εκτιμητές του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, που δεν πρέπει να έχουν οποιαδήποτε εξάρτηση από τον οφειλέτη. Από την αξία αυτή εξοφλούνται πλήρως οι βεβαιωμένες οφειλές, άλλως οι τυχόν εναπομένουσες οφειλές διασφαλίζονται από λοιπά περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη ή από εγγυήσεις τρίτων. Η μεταβίβαση και η εκχώρηση των στοιχείων του παρόντος άρθρου, η οποία εξαιρείται από κάθε άμεσο ή έμμεσο φόρο, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται ο φόρος μεταβίβασης, ο φόρος εισοδήματος ή υπεραξίας, από τέλη μεταγραφής καθώς και από κάθε άλλο φόρο, τέλος, δικαίωμα ή εισφορά υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, γίνεται κατά τις κείμενες διατάξεις. Τα δικαιώματα των συμβολαιογράφων και έμμισθων ή άμισθων υποθηκοφυλάκων και κτηματολογικών γραφείων, τα οποία περιορίζονται στο ένα πέμπτο (1/5) αυτών που καθορίζονται κάθε φορά, δεν μπορούν να είναι ανώτερα των πεντακοσίων (500) ευρώ κατά περίπτωση και βαρύνουν τον μεταβιβάζοντα οφειλέτη. Η αμοιβή του παριστάμενου δικηγόρου, εξαιρουμένων των παρακρατούμενων εισφορών για ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζεται ο τρόπος διαπίστωσης της έλλειψης ταμειακής ρευστότητας του οφειλέτη, η διαδικασία αποδοχής εκ μέρους του Δημοσίου της μεταβίβασης αντί καταβολής και κάθε άλλο σχετικό θέμα. |
|
Τελευταία Ενημέρωση: 24 Σεπ 2014 |