Τροποποιήση Νέου Επενδυτικόυ Νόμου (3908/2011)
1. Οι δαπάνες για την κατασκευή, επέκταση, εκσυγχρονισμό κτηριακών, ειδικών και βοηθητικών εγκαταστάσεων, καθώς και οι δαπάνες διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου, αυξάνονται στο 60% του συνόλου των επιλέξιμων δαπανών του επενδυτικού σχεδίου. Στην περίπτωση των Νέων Μικρών και Μεσαίων επιχειρήσεων το ανωτέρω ποσοστό ανέρχεται στο 70%
2. Η ενίσχυση δεν μπορεί να υπερβαίνει σωρευτικά κατά τη διάρκεια μιας τετραετίας το όριο των 10.000.000 ευρώ για μεμονωμένη επιχείρηση και των 20.000.000 ευρώ για το σύνολο των συνεργαζόμενων ή συνδεδεμένων επιχειρήσεων και για επενδυτικά σχέδια που υλοποιούνται εντός της ίδιας Περιφέρειας. Ειδικά για την κατηγορία των επενδυτικών σχεδίων Γενικής Επιχειρηματικότητας τα προαναφερόμενα ποσά ορίζονται στο διπλάσιο.
3. Το συνολικό ποσό της ενίσχυσης που αφορά τις φορολογικές απαλλαγές των δύο εξαμηνιαίων περιόδων του επομένου έτους, ορίζεται έως και το τριπλάσιο των συνολικών κονδυλίων των κατ' έτος οριζόμενων επιχορηγήσεων και επιδοτήσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης.
4. Λαμβάνοντας υπόψη την παρούσα οικονομική κατάσταση, η υποχρέωση για την υποβολή έγκρισης δανείου από τον φορέα της επένδυσης κατά τη φάση υποβολής της πρότασης επενδυτικού σχεδίου αναστέλλεται για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών, διάστημα που μπορεί να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας.
Στην περίπτωση που στο χρηματοδοτικό σχήμα του επενδυτικού σχεδίου προβλέπεται μεσομακροπρόθεσμο δάνειο και ο φορέας της επένδυσης δεν υποβάλλει τη σχετική έγκριση κατά το χρόνο υποβολής της πρότασης, το επενδυτικό σχέδιο αξιολογείται, με επιτόκιο αναφοράς το ισχύον μέσο επιτόκιο της αγοράς κατά τον προηγούμενο μήνα από τον μήνα υποβολής της πρότασης.
Το ως άνω αναφερόμενο επιτόκιο ισούται με το μέσο επιτόκιο για επιχειρηματικά δάνεια χωρίς καθορισμένη διάρκεια. Στις περιπτώσεις αυτές το δάνειο πρέπει να έχει εγκριθεί από τη χρηματοδοτούσα τράπεζα ή το χρηματοδοτικό οργανισμό πριν την έκδοση της απόφασης υπαγωγής, η οποία δεν μπορεί να παραταθεί για χρονικό διάστημα πέραν των έξι μηνών από την έκδοση του οριστικού πίνακα αποτελεσμάτων. Το επενδυτικό σχέδιο δεν αξιολογείται εκ νέου.
Στις περιπτώσεις εκείνες που ο φορέας της επένδυσης αποφασίζει να μην λάβει τελικά δάνειο για τη χρηματοδότηση της υλοποίησής του, οφείλει να το γνωρίσει γραπτώς στην αρμόδια Υπηρεσία πριν την έκδοση της απόφασης υπαγωγής και να επικαιροποιήσει τα απαραίτητα δικαιολογητικά που τεκμηριώνουν την κάλυψη της αυξημένης ίδιας συμμετοχής. Στην περίπτωση αυτή η αξιολόγηση δεν μεταβάλλεται και ελέγχεται από την υπηρεσία η δυνατότητα του φορέα για κάλυψη της ίδιας συμμετοχής. Το επενδυτικό δάνειο μπορεί να λαμβάνεται και σε συνάλλαγμα.
5. Επενδυτικά σχέδια που συγκεντρώνουν και εκπληρώνουν τους τυπικούς και ουσιαστικούς όρους και προϋποθέσεις υπαγωγής, αλλά ωστόσο δεν υπάγονται λόγω εξάντλησης των σχετικών διαθεσίμων πόρων, έχουν δικαίωμα υποβολής στον αμέσως επόμενο κύκλο υποβολών, χωρίς την υποχρέωση καταβολής χρηματικού ποσού (παραβόλου). Η ανωτέρω πρόβλεψη ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι το κόστος του επενδυτικού σχεδίου δεν μεταβάλλεται. Από την υπηρεσία καταρτίζεται πίνακας των επιλαχουσών προτάσεων, που κατέχουν το δικαίωμα επαναυποβολής.
6. Για λόγους διαφάνειας και δημοσιότητας, με ευθύνη της Γενικής Διεύθυνσης Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, δημοσιοποιούνται άμεσα στην ιστοσελίδα της στοιχεία για τις επενδύσεις που έχουν υπαχθεί στους νόμους 3299/2004 και 3908/2011 και σχετίζονται με τη ροή υλοποίησης των επενδύσεων. Συγκεκριμένα δημοσιοποιούνται στοιχεία που αφορούν τις ημερομηνίες υπαγωγής, αιτήσεων και πραγματοποίησης ελέγχων, διενέργειας εκταμιεύσεων και ολοκλήρωσης των επενδύσεων, καθώς και ημερομηνίες διενέργειας ελέγχων στις περιπτώσεις τήρησης των όρων των μακροχρόνιων υποχρεώσεων.
Προϋποθέσεις και Διαδικασίες Τροποποίησης Φυσικού και Οικονομικού Αντικειμένου
Αίτημα τροποποίησης φυσικού και οικονομικού αντικειμένου δύναται να υποβληθεί άπαξ καθ' όλη τη διάρκεια υλοποίησης του Επενδυτικού Σχεδίου.
Ο φορέας της επένδυσης δεν υποβάλλει αίτημα τροποποίησης όταν γίνονται μεταβολές του εγκεκριμένου φυσικού και οικονομικού αντικειμένου μεταξύ κατηγοριών ενεργειών, με την προϋπόθεση ότι οι μεταβολές αυτές στο σύνολο τους δεν θα ξεπερνούν το 10% του εγκεκριμένου προϋπολογισμού.
Σε περίπτωση που η τροποποίηση φυσικού και οικονομικού αντικειμένου επιφέρει μεταβολή που υπερβαίνει το ανωτέρω ποσοστό, τότε ο φορέας της επένδυσης υποβάλλει στην Υπηρεσία σχετικό αίτημα τροποποίησης.
Τα αιτήματα αυτά εξετάζονται από την Υπηρεσία και δύναται να γίνουν αποδεκτά υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) να μην επέρχεται απόκλιση από όρους και κριτήρια τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο της αξιολόγησης και της βαθμολόγησης του επενδυτικού σχεδίου (π.χ. δαπάνες καινοτομίας, δημιουργούμενες θέσεις απασχόλησης),
β) να μην επέρχεται κατάργηση κατηγορίας ενέργειας η οποία έχει προβλεφθεί στην απόφαση υπαγωγής (η προσθήκη νέας κατηγορίας δύναται να γίνει αποδεκτή),
γ) να μην επέρχεται υπέρβαση των ορίων των επί μέρους κατηγοριών δαπανών όπως αυτά προσδιορίζονται από το ν. 3908/2011 και τις κάθε φορά τροποποιήσεις του.
Προκειμένου ένα αίτημα τροποποίησης να γίνεται δεκτό θα πρέπει επιπλέον να διασφαλίζεται ότι:
α) εξακολουθούν να εξυπηρετούνται οι αρχικοί στόχοι της επένδυσης και διατηρείται ο ολοκληρωμένος χαρακτήρας της,
β) εξακολουθούν να τηρούνται οι όροι και προϋποθέσεις της προκήρυξης,
γ) δεν επέρχεται αύξηση του επιχορηγούμενου προϋπολογισμού, ούτε αύξηση του ύψους του ποσού της ενίσχυσης.
Το αίτημα τροποποίησης υποβάλλεται από το δικαιούχο της ενίσχυσης συνοδευόμενο από αιτιολόγηση της σκοπιμότητάς του, καθώς και σχετικές προσφορές, προτιμολόγια, prospectus, τα οποία αιτιολογούν τις μεταβολές στο κόστος.
Η Υπηρεσία εξετάζει το αίτημα στην ουσία του και αποφασίζει για την μερική ή ολική αποδοχή ή απόρριψή του εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μήνα από την υποβολή και παραλαβή του.
Σε περίπτωση μεταβολής της επωνυμίας ή της έδρας της επιχείρησης, είτε κατά τη διάρκεια υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου, είτε μετά από την ολοκλήρωση της επένδυσης, ο δικαιούχος της ενίσχυσης υποχρεούται σε προηγούμενη έγγραφη ενημέρωση της Υπηρεσίας.
Η υποχρέωση αυτή ισχύει για χρονικό διάστημα έως 5 ετών από την ολοκλήρωση της επένδυσης.
Τροποποιήση Αναπτυξιακού Νόμου (3299/2004)
1. α. Επενδυτικά σχέδια παραγωγής ηλεκτρισμού από ηλιακή ενέργεια που υποβλήθηκαν μέχρι και τις 29.1.2010 στο Υπουργείο Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, είτε μεμονωμένα είτε σωρευτικά με μία αίτηση και ολοκληρώθηκαν πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3299/2004, ανεξάρτητα αν εκκρεμεί, είναι σε διαδικασία εξέτασης ή έχουν εκδοθεί απορριπτικές αποφάσεις. Η ολοκλήρωση των επενδυτικών σχεδίων τεκμηριώνεται με την προσκόμιση του πρακτικού σύνδεσης με τη ΔΕΗ.
β. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζεται ενιαίο ενισχυόμενο κόστος επενδυτικών σχεδίων παραγωγής ηλεκτρισμού από ηλιακή ενέργεια κατά την υπαγωγή και κατά την ολοκλήρωσή τους, με κριτήρια την περίοδο υλοποίησης, την ονομαστική ισχύ τους, το είδος του μηχανολογικού εξοπλισμού τους, καθώς και τα πρόσθετα χαρακτηριστικά τους.
2. Για επενδυτικά σχέδια παραγωγής ηλεκτρισμού από ηλιακή ενέργεια που έχουν ολοκληρωθεί πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου όπως τεκμηριώνεται με την προσκόμιση του πρακτικού σύνδεσης με τη ΔΕΗ και για λοιπά επενδυτικά σχέδια που υποβλήθηκαν για την υπαγωγή τους στο ν. 3299/2004, χωρίς την ταυτόχρονη υποβολή και των ειδικών δικαιολογητικών που προβλέπονται στις σχετικές κανονιστικές αποφάσεις, εάν τα εν λόγω δικαιολογητικά εκδόθηκαν μεταγενέστερα, αλλά η αίτηση για την έκδοσή τους είχε υποβληθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες πριν την υποβολή της αίτησης ένταξης, εξετάζονται ανεξάρτητα αν εκκρεμούν, είναι σε διαδικασία εξέτασης ή έχουν εκδοθεί απορριπτικές αποφάσεις, λόγω τη μη έγκαιρης υποβολής των δικαιολογητικών αυτών. Επιπλέον εξετάζονται τα επενδυτικά σχέδια για τα οποία η υποχρέωση προσκόμισης των εν λόγω δικαιολογητικών καταργήθηκε μεταγενέστερα με τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου.
3. Για την επανεξέταση των επενδυτικών σχεδίων των παραγράφων 1 και 2 απαιτείται η υποβολή σχετικής αίτησης των ενδιαφερομένων εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
4. α. Οι αποφάσεις ανάκλησης και επιστροφής ενισχύσεων, καθώς και οι αποφάσεις συμμόρφωσης προς δικαστικές αποφάσεις, για επενδυτικά σχέδια που έχουν υπαχθεί ή θα υπαχθούν στις διατάξεις του ν. 3299/2004 και των νόμων 2601/1998 και 1892/1990, εκδίδονται κατόπιν γνωμοδότησης των Γνωμοδοτικών Επιτροπών της παραγράφου 15 του άρθρου 7 του ν. 3299/2004. Ο αρμόδιος Υπουργός, μπορεί να παραπέμπει στην Γνωμοδοτική Επιτροπή, αποφάσεις τροποποιήσεων, ολοκληρώσεων και έναρξης παραγωγικής λειτουργίας επενδύσεων όταν το κρίνει αναγκαίο.
β. Για το σκοπό αυτόν παρατείνεται η λειτουργία των Γνωμοδοτικών Επιτροπών της παραγράφου 15 του άρθρου 7 του ν. 3299/2004. Οι εν λόγω Επιτροπές, τα μέλη των οποίων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τα έντεκα (11), ανασυγκροτούνται με απόφαση του αρμοδίου οργάνου εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.
5. Παρατείνεται κατά ένα (1) έτος η προθεσμία ολοκλήρωσης των επενδυτικών σχεδίων που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 2601/1998 (Α' 81) και 3299/2004, ανεξάρτητα αν έχει συμπληρωθεί η αρχική ή κατά παράταση προθεσμία ολοκλήρωσης. Η εν λόγω παράταση παρέχεται πέραν αυτής που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 18 του ν. 4013/2011, η οποία ισχύει και για τα επενδυτικά σχέδια του ν. 2601/1998.
6. Σε περίπτωση έλλειψης ταμειακής ρευστότητας του οφειλέτη, το Δημόσιο μπορεί να εξοφλείται για βεβαιωμένες οφειλές προς αυτό από επιστροφή επιχορήγησης των νόμων 1892/1990 (Α' 101), 2601/1998 (Α' 81), 3299/2004 (Α' 261) και 3908/2011 (Α' 8), με μεταβίβαση των επιχορηγηθέντων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, χωρίς αντάλλαγμα.
Η αξία των μεταβιβαζόμενων περιουσιακών στοιχείων αποτιμάται, με δαπάνες του οφειλέτη, από δύο ορκωτούς ελεγκτές - λογιστές ή, κατά περίπτωση, από δύο εκτιμητές του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών, που δεν πρέπει να έχουν οποιαδήποτε εξάρτηση από τον οφειλέτη. Από την αξία αυτή εξοφλούνται πλήρως οι βεβαιωμένες οφειλές, άλλως οι τυχόν εναπομένουσες οφειλές διασφαλίζονται από λοιπά περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη ή από εγγυήσεις τρίτων.
Η μεταβίβαση και η εκχώρηση των στοιχείων του παρόντος άρθρου, η οποία εξαιρείται από κάθε άμεσο ή έμμεσο φόρο, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται ο φόρος μεταβίβασης, ο φόρος εισοδήματος ή υπεραξίας, από τέλη μεταγραφής καθώς και από κάθε άλλο φόρο, τέλος, δικαίωμα ή εισφορά υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, γίνεται κατά τις κείμενες διατάξεις.
Τα δικαιώματα των συμβολαιογράφων και έμμισθων ή άμισθων υποθηκοφυλάκων και κτηματολογικών γραφείων, τα οποία περιορίζονται στο ένα πέμπτο (1/5) αυτών που καθορίζονται κάθε φορά, δεν μπορούν να είναι ανώτερα των πεντακοσίων (500) ευρώ κατά περίπτωση και βαρύνουν τον μεταβιβάζοντα οφειλέτη. Η αμοιβή του παριστάμενου δικηγόρου, εξαιρουμένων των παρακρατούμενων εισφορών για ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας καθορίζεται ο τρόπος διαπίστωσης της έλλειψης ταμειακής ρευστότητας του οφειλέτη, η διαδικασία αποδοχής εκ μέρους του Δημοσίου της μεταβίβασης αντί καταβολής και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Απλούστευση Διαδικασιών Αδειοδότησης
1. Η Αδειοδοτούσα Αρχή αναρτά στο διαδικτυακό της τόπο για λόγους διαφάνειας τις άδειες, αποφάσεις και εγκρίσεις που εκδίδει, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, καθώς και τις εκθέσεις επιθεωρήσεων που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης όλων των δραστηριοτήτων και της τήρησης των όρων της νόμιμης άσκησής τους.
2. Αν μεταβληθεί η επωνυμία του φορέα της επιχείρησης ή μεταβιβασθεί για οποιαδήποτε αιτία μέρος ή το σύνολο των εταιρικών μεριδίων ή μετοχών μίας εταιρείας, ανάλογα με τη φύση της επιχείρησης ως ατομικής ή οποιουδήποτε είδους εταιρείας, η άδεια που έχει εκδοθεί ελέγχεται και τροποποιείται μόνον όσον αφορά στα στοιχεία του φορέα που διαφοροποιήθηκαν. Πιστοποιητικά, αποφάσεις, εγκρίσεις, που έχουν εκδοθεί για την επιχείρηση, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τη λήξη τους και δεν απαιτείται η προσκόμιση νέων.
Αν η μεταβολή συνίσταται στην προσθήκη νέας δραστηριότητας για την οποία απαιτείται αδειοδότηση, τα πιστοποιητικά, οι αποφάσεις και οι εγκρίσεις που έχουν εκδοθεί και αφορούν την ήδη ασκούμενη δραστηριότητα, δεν αναζητούνται εκ νέου.
Σε αυτή την περίπτωση απαιτείται η προσκόμιση από την επιχείρηση υπεύθυνης δήλωσης με την οποία βεβαιώνεται ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης της αρχικής άδειας.
3. Οι κρατικές κεντρικές και περιφερειακές αρχές και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, που εκδίδουν άδειες, αποφάσεις ή εγκρίσεις για πάσης φύσεως δραστηριότητες, μεριμνούν για την ηλεκτρονική μεταξύ τους διασύνδεση και τη λειτουργία ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος, στο πλαίσιο του οποίου γίνεται σε ηλεκτρονική μορφή η υποβολή των αιτήσεων, η ηλεκτρονική διακίνηση μεταξύ των συναρμόδιων υπηρεσιών και η τελική τους διεκπεραίωση.
4. Αν για την έκδοση οποιασδήποτε άδειας, έγκρισης, απόφασης ή γνωμοδότησης από κρατικές κεντρικές και περιφερειακές αρχές και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου απαιτούνται στοιχεία που τηρούνται στη βάση του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (Γ.Ε.ΜΗ.), τα στοιχεία αυτά αναζητούνται από την αρμόδια υπηρεσία.
5. Τα κέντρα υποδοχής των αιτήσεων για την έκδοση αδειών, αποφάσεων ή εγκρίσεων υποχρεούνται να διατηρούν διαδικτυακό τόπο, στον οποίο περιλαμβάνονται όλες οι πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και τις διοικητικές πράξεις και γνωμοδοτήσεις που απαιτούνται για την αδειοδότηση των πάσης φύσεως δραστηριοτήτων.
6. Για την έκδοση οποιασδήποτε άδειας, έγκρισης ή πιστοποιητικού, καθώς και για τη διατύπωση γνώμης, αρκεί η προσκόμιση των δικαιολογητικών που προβλέπονται ρητά στο νόμο ή σε κανονιστικές πράξεις. Δεν επιτρέπεται η εκ μέρους της αρμόδιας αρχής αναζήτηση πρόσθετων δικαιολογητικών ενώ, αν προσκομισθούν, δεν λαμβάνονται υπόψη για την έκδοση της πράξης. Η παράβαση της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα εκ μέρους του αρμόδιου υπαλλήλου.
7. Μέσα σε έξι μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, τα Υπουργεία οφείλουν να επανεξετάσουν το νομοθετικό τους καθεστώς ως προς τη χορήγηση αδειών, με σκοπό τη μείωση:
(α) των απαιτούμενων αδειών και
(β) των επί μέρους απαιτούμενων δικαιολογητικών και την κατάργηση ή αντικατάστασή τους με υπεύθυνες δηλώσεις.
Η Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας παρακολουθεί την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος.
|